Monday 8 December 2014

φλες εντ μποουνζ














Κάποιες εταιρείες τις έχει θάψει η παλαιολιθική στάχτη, είναι απολιθώματα άλλων εποχών και αναρωτιέσαι πώς επιβιώνουν ακόμα με μέσα που ανέπτυξαν προ τριακονταετίας και επιμένουν να χρησιμοποιούν;

Η Δ. μου έκανε έλεγχο και ακολούθησε συζήτηση. Μονόλογος δηλαδή γιατί εγώ το στόμα ραμμένο το είχα μην τυχόν και χάσω έλεγχο και πω πράγματα σαν αυτά που θα ακολουθήσουν.

Στην κουβέντα ήρθε το θέμα της ομαδικότητας, την οποία προφανώς οφείλω να αναπτύσσω στην ομάδα μου. Ταυτόχρονα όμως έγινε σαφές το παράδοξο ότι και εγώ ανήκω σε μια ομάδα, η οποία κάθε άλλο παρά ομάδα είναι. Πιο πολύ σαν ξέστρατα δρούμε, χωρίς καμία αίσθηση ότι ανήκουμε κάπου, ότι δρούμε για ένα κοινό (εταιρικό βεβαίως βεβαίως) καλό. Το θυμήθηκε λοιπόν αυτό η Δ. και μου λέει να κάνουμε συνάντηση οι μανάτζερ και λέει να μιλήσουμε για την ομαδικότητα. Εγώ, με μια θητεία στην Ολλανδία που μπορεί να θέλω να ξεχάσω αλλά κάτι άφησε η ρημαδοχώρα στην αντίληψη, εκεί λοιπον στις Κάτω Χώρες που η λέξη ιεραρχία είναι άγνωστη εδώ και δεκαετίες, που ο σεβασμός δεν είναι θέμα ηλικίας ή θέσης αλλά πρωτοτυπίας και αποτελεσματικότητας, λέω στη Δ.: Α! και θα μπορουσε ο καθένας μας να πει τι σημαίνει για αυτόν ή αυτήν ομαδικότητα και έτσι να γνωριστούμε και να βάλουμε τις βάσεις για τη δική μας ομάδα. Η απάντηση της δεινοσαυρικής Δ. ήταν: Η ομαδικότητα έχει ορισμό, δεν θα κάτσει να λέει ο καθένας τα δικά του και να χάσουμε χρόνο.

Χαχαχαχαχα.

Είναι δυνατόν να επιβιώνουν ακόμα τέτοιες αντιλήψεις-χατζάρες, χραπ στο παραμικρό ψήγμα δημιουργικότητας; Γιατι αγαπητή μου Δ., ξέρεις η ομαδικότητα δεν είναι μια παγιωμένη θεωρία, η ομαδικότητα είναι πολιτισμός, η ομαδικότητα έχει χρόνο και χώρο. Και εάν ότι δεν ταιριάζει στην προπολεμική σου αντίληψη το πετάς στα σκουπίδια τότε κάτσε σε μια γωνιά μόνη σου μαζί με ενα λεξικό να μελετάς τι σημαίνει ομαδικότητα. Οι επόμενες γενιές θα σε βρουν ως ένδειξη μιας εποχής που ευτυχώς πέρασε ανεπιστρεπτί, αλλά ταυτόχρονα της χρωστάμε ευγνωμοσύνη ως κομμάτι της ιστορίας μας.


Έχε γεια.

πσ: το αρτιφακτ από εδώ
πσ: πολλά πολλά τα λινκ για παλιό βέρσους νέο μανατζμεντ. και άλλα


Thursday 4 December 2014

τοξα και βελη











Χτες πήγα σινεμά. Για το ιντερστελαρ, αλλά κατέληξα στα παιγνίδια πείνας στο 'πρώτο μέρος του τρίτου μέρους'. Μπαίνω με την Σ. στην αίθουσα και σαν να μην έχει πολύ κόσμο, αφτιάζεται λοιπόν η Σ. και μου λέει ρε μήπως είμαστε στη λάθος ταινία; Ρωτάει έναν στη σειρά 7 θέση 9 ποιά ταινία παίζει, της λέει το μοκιντζέυ και ακούω τη Σ. να θορυβείται, μου φωνάζει είμαστε λάθος, άλλη ταινία είναι εδώ, και την συμμαζεύω να μην καρφωνόμαστε στους έφηβους ότι είμαστε άσχετες. Τελοσπάντων, εγώ μόνο το πρώτο (πραγματικό) μέρος είχα δει, η Σ. κανένα και δώσε να εξηγώ και να εικάζω. Πλατείασε το μοκιντζέυ πάντως, κούρασε λίγο αλλά το άκτιον στην οθόνη ήταν καλό και η τζένιφερ κούκλα. Και τσιμπήσαμε και τραγούδι να το ακούμε και στο σπίτι. Αυτό το γρέζι στη φωνή της τζένιφερ με κυνηγάει, έμαθα και τα λόγια απέξω και το χορωδιακό μαζί με την δραματικότατη ενορχήστρωση. Επίσης ξεπατίκωσα και την υπέροχη ατάκα (βλέπε λόρενς σε ποπ προπαγάνδα εναντίον της κάπιτολ):

IF WE BURN, YOU BURN WITH US



αυτά.


πσ: το άσμα
πσ: η νέοαρτεμις σε νέοθησεϊκό μύθο από εδώ

Sunday 23 November 2014

άσπονδοι σπόνδυλοι







Κάτι συμβαίνει όταν δέκα άνθρωποι έχουν δειπνήσει μαζί, πίνουν τα χωνευτικά ποτά τους, έχουν χαζολογήσει ευχάριστα και κάποια στιγμή σαν ένα πάγωμα στον χρόνο να συμβαίνει και δυο δυο τρεις τρεις έχουν κάνει μικρά εμπιστευτικά πηγαδάκια. Η ομιλία σιγανή, το σώμα χαλαρό, αγγίγματα και ύφη εξομολόγησης και περιποίησης. Βλέμματα ευθεία στα μάτια, ο ένας μιλάει στην εμπειρία του άλλου.

Οι άνθρωποι αυτοί οι δέκα μιλάνε για την πλάτη τους. Ο ένας λέει πότε πρωτοξεκίνησε, ο άλλος πότε έφτασε ο πόνος στο ζενίθ και οι άλλοι έχουν φτάσει σε θεραπευτικές μεθόδους, βγαίνουν τα κινητά, ανταλάσσονται τηλέφωνα χειροπρακτικών, οστεολόγων, ορθοπαιδικών. Καθείς με τη δική του εμπειρία, πόσο καλό έκανε, πόσο παίρνει, πόσο άξιζε η επένδυση. Αν τύχει και είναι καμιά δασκάλα γιόγκα στην παρέα αρχινά να δείχνει τη σωστή στάση του σώματος και να ψηλαφεί στον άλλο που είναι η δυσμορφία, κάποιος αρχίζει να τρίβει λίγο την πλάτη του άλλου και γίνονται αυτοί οι δέκα ένα.

Τι είναι η πλάτη και γιατί μας απασχολεί τόσο, εμάς αυτούς τους νεαρούς μεσόκοπους; Είναι η γενιά μας που ζει την αιώνια νιότη της, την καλοπερασμένη και αμολημένη σε κάθε είδους πάρτυ και την κατά περίσταση καταπόνηση που τα ακολουθεί ή ακόμα καλύτερα τα συνοδεύει; Είναι τα ταξίδια σε κακοφορμισμένα λεωφορεία, η ολονυχτία για την πτήση το χάραμα (άλλο δεν θέλαμε, ευκαιρία να μην πρέπει να κοιμηθούμε και να μπεκροπίνουμε μέχρι το πρωί), το μουσκεμένο μπουφάν που κάθεται στο ιδρωκοπημένο χτυπημένο στη μουσική σώμα, κάτι βουτιές σε νερά που ακόμα δεν έχουν πάρει τη θερμοκρασία του υπερίπταντος άερα; Είναι το συνεχές ξεπέρασμα των σωματικών ορίων που καθόρισε τα όμορφά μας εικοσάρικα χρόνια; Είναι κάτι που κουβαλάμε ως καρποί της γενιάς της αυτοπραγμάτωσης; Είναι που στηθήκαμε κάπως περίεργα και μεγαλώσαμε πάνω σε μια οκνηρή ραχοκοκκαλιά;
Πάντως είτε στις αυγές ή στα πατημένα των τριάντα μιλάμε για τους πόνους στην πλάτη μας και δεν είμαστε μόνοι.



πσ: η σκηνή από την τετραπέρατη Πίνα από εδώ



Friday 7 November 2014

ακατάλληλο. μάλλον.


Σαν κάτι να αλλάζει.
Όπως εκείνη τη φορά στο νησί που στο περίπτερο πάνω από το ψυγείο των παγωτών το χέρι μου ψάρεψε για πρώτη φορά παγωτό καϊμάκι. Νομίζω τότε ενηλικιώθηκα. Γιατί πώς αλλιώς να εξηγήσεις, ότι μέχρι τότε λάτρευα όλα τα υπόλοιπα χωνάκια, ξυλάκια με τετραπέρατες δόσεις σοκολάτας, καραμέλας, βανίλιας και εκείνη την ημέρα πήρα το κυπελλάκι καϊμάκι με βύσινο, που μέχρι τότε μου θύμιζε εκείνο το καφενείο στο Χαλάνδρι, γεμάτο παππούδες, πήγαινε και ο δικός μου παππούλης εκεί.., με εκείνη την περίεργη λέξη κ α ϊ μ α κ ι, χώρια εκείνα τα διαλυτικά. Μαμά τι είναι καιμάκι; Καϊμάκι αγάπη μου, καϊ. Ε λοιπόν κάποια χρόνια μετά το πήρα το καϊμάκι και σιγά σιγά άρχισα στα χύμα παγωτά να διαλέγω γεύση γιαούρτι.
Και κύλισα στον βούρκο των ενήλικων.

Μια παρόμοια στιγμή και τώρα. Γύρισα αργά το βράδυ από τη δουλειά, στον δρόμο ονειρευόμουν τη στιγμή που θα απλωθώ στον καναπέ, θα ζεστάνω το φαγητό και θα δω ταινία. Όσο τσιρτσίριζε το λάδι στο ταψί άνοιξα τον σωλήνα και πέφτω σε ρεκομεντάισιο Φλέρυ Ντανωνάκη, πατάω και τριγυρνάω το φαγητό. Τελειώνουν τα ματόκλαδα της και πατάω το αλμπουμ Φλέρυ Ντανωνάκη στα Λειτουργικά του Μάνου Χατζιδάκι. Το πιάτο στο μεταξύ έτοιμο και ο δίσκος παίζει από το λάπτοπ. Τρεις φορές πήγα να αρχινήσω την ταινία, τρεις φορές δεν μου πήγε η ψυχή. Και έφαγα το πιατάκι μου στους ήχους των δυό. Και την ταινία ακόμα δεν την έχω βάλει ακόμα. Και μάλλον δεν θα την δω απόψε. Γιατί θα ακούω όλο το βράδυ Εκείνη και Εκείνον.

Και παφ σερβιρίστηκα άλλη μια δόση ενηλικίωσης.



πσ: η ομορφιά της από εδώ
πσ: για διάβασμα/για άκουσμα



Wednesday 5 November 2014

ανίατη περίπτωση













Έστειλα τις προάλλες την πτυχιακή μου στην Τ. και μέσα μου ξύπνησαν μνήμες ολλανδικές. Γιατί πριν την στείλω, κάθισα και την χάζεψα. Ενάμιση χρόνο μετά. Η μνήμη μου, γνωστή και ως χρυσόψαρου είναι σαν ένα πανί λευκό, το γράφω, το τσαλακώνω, το χαιδεύω και στο πρώτο φύσημα, το πανί έχει ξαναβρεί την αρχική του κατάσταση. Και έτσι ζω το παρόν, και το παρελθόν κάπου στριμώχνεται σε μια ακαθόριστη γωνιά. Μένει μια αίσθηση η οποία θέλει λίγο λογοκρισία γιατί το υποσυνείδητο διαλέγει ό,τι το βολεύει να θυμάται. Ανάλογα την περίσταση, συνήθως όμως θυμάται κατιτί πιο πολύ τα δυσάρεστα. Περνούσα λοιπόν τις σελίδες, σελιιιιιδες γραπτού και ένα ερωτηματικό άρχιζε να διαγράφεται πάνω από το κεφάλι, καλά πότε τα έγραψα όλα αυτά; Και πού πήγε όλη αυτή η γνώση, η εμπειρία πού καταχωρήθηκε; Μαζί με το ερωτηματικό, παράλληλα ζούσα σε κύματα συναισθημάτων, αναμνήσεις των απανωτών καταθλίψεων και της απομόνωσης για το γράψιμο (καλά δεν ήταν μόνο το γράψιμο, ήταν η Ολλανδία εν γένει). Έχουμε και λέμε, πάνω ερωτηματικό, μέσα κύματα, παραδίπλα η θύμιση ότι τη μέρα, μα τη μέρα που παρέδωσα την πτυχιακή, μπήκαν στο σπίτι μου (στην Ολλανδια για να μην ξεχνιόμαστε) και μου έκλεψαν το τότε μακμπουκάκι μου. Ανάθεμα την τύχη μου, γιατί τύχη ήταν-
Μαζί λοιπόν με όλο αυτόν τον χωρικόπνευματικό κατακλυσμό στο σκολάρισμα του πιντιεφ, θυμόμουν ΚΑΙ εκείνο το όνειρο για την πτυχιακή παύλα διδακτορικό που μίκρυνε, μίκρυνε σε μια έρευνα που με παίδεψε, με χάωσε, με σιχάθηκε και την σιχάθηκα. Και μπορεί να ντράπηκα να την στείλω σε εκείνους τους εξαιρετικούς ανθρώπους που πήρα συνεντεύξεις, παρόλαυτα η έρευνα ήταν αμπσολούτ οκέι για το μάστερ. Στο τριγύρισμα λοιπόν μέσα στην πτυχιακή (είμαστε στο εδώ και τώρα πάλι) συνειδητοποίησα επίσης ότι με την εργασία αυτή μου ξεφούσκωσε όλο εκείνο το ενδιαφέρον για τον δημόσιο χώρο, ένα ενδιαφέρον που ζούσε μέσα μου αδιάκοπα τα προηγούμενα χρόνια (διπλωματικές, εργασίες, σκέψεις, πρότζεκτ, πτυχιακή). Ξεφούσκωσε αυτό, ήρθε και ένας τι να πω ανάδρομος Ερμής και αποφάσισα να το γυρίσω στο κορπορετ. Και από τότε κρίνω τις επιτυχίες μου ανάλογα με το σταντ του λογαριασμού στην τράπεζα.

πσ1: ας καταχωρηθούν τα παραπάνω σαν τις θύμισες ενός πρώην σκεπτόμενου κριτικού ανθρώπου, νυν γρανάζι του νεοκαπιταλισμού και συνένοχο στο όνειρο σπίτι-αυτοκίνητο-διακοποδάνειο. με τις υγειές μας.
πσ2: η εμπιστονύνη κερδίζεται και ο Steve Lambert κάνει τα δικά του


Tuesday 4 November 2014

η φάση μάλλον θέλει ψήσιμο



















Υπάρχει μια δυσαναλογία.
Στο πόσο υμνείται ο έρωτας στα τραγούδια και πόσο ξενέρωτα είναι εκεί έξω. Τόσοι μα τόσοι άντρες χαρίζουν μουσικές τόσο τρυφερές, μας λένε πώς δεν ζουν χωρίς το κορίτσι τους, γράφουν πόσο η ζωή είναι γκρίζα χωρίς το βραδυνό της χασμουρητό και άλλα τέτοια. Και ρωτάω: αυτοί οι άντρες που είναι εκεί έξω; Δηλαδή ή όποιος άντρας είναι τρυφερός είναι τραγουδιστής (άρα πάμε στα ωδεία και τα στούντιο για τα εκκολαπτόμενα ωά) ή μας λένε ψέμματα, ώ ναι αυτοί οι άντρες έχουν βρει τον γυναικείο πληθυσμό και τον δουλεύουν ψιλό γαζί. Στην παράθεση αυτού του ερωτήματος που θα έλεγα σχεδόν με ταλαιπωρεί εδώ και κάποιες μέρες, προστίθεται ότι βέβαια το κοινό των εν λόγω αχαρακτήριστων δεν είναι μόνο γυναικείο. Να σημειώσω ότι επουδενί δεν αναφέρομαι σε τσίζυ μουσικές. Καλές και αυτές, αλλά εδώ το θέμα που καίει είναι άλλο.
Αυτοί οι άντρες που τα δικά τους κατάδικά τους βράδια τα περνούν ακούγοντας μουσική επί της ουσίας ερωτική, σηκώνονται οι ίδιοι άνθρωποι το επόμενο πρωί ή έχουν μεταλλαχθεί σε κάποιο είδος αποπροσανατολισμένου κάβουρα;



πσ: ο ανάλαφρος και η αλλόφρων από εδώ


Wednesday 29 October 2014

anfitriona
















Χτες άνοιξα το σπίτι μου. Ήρθαν φίλοι, μαγειρέψαμε, ήπιαμε, γελάσαμε, βαρεθήκαμε, ακούσαμε μουσική και ιστορίες. Αφορμή, γενέθλια και καλωσορίσματα. Η θέση της οικοδέσποινας μου χαρίζει μια φοβερή έξαψη, γίνομαι αεικίνητη με όλες τις αισθήσεις σε υπερδιέργεση. Είναι όλοι καλά, έχουν όλοι να πιούν, έχει ζέστη, έχουμε πήξει στο τσιγάρο, θέλει κανείς νερό. Να νιώσω τι θέλουν οι αγαπημένοι πριν καν το πουν. Άχριστη λοιπόν υπεύθυνη της χαράς των φίλων, ζω την κάθε στιγμή φοβερά ενεργητικά, σχεδόν υστερικά. Και τα ποτήρια γεμίζουν, και το φαγητό φτάνει στο τραπέζι και όλα πάλι ξανά από την αρχή. Στο συμμάζεμα έκανα την εξής διαπίστωση- λατρεύω τα άπειρα μπουκάλια μετά από το δείπνο. Τα μαζεύεις, ίσα που χωράνε στη γωνιά που έχεις αρχικά υπολογίζει και στριμώξει, για να ανακαλύψεις άλλο ένα και άλλο ένα κρυμμένο πίσω από τις κατσαρόλες. Και κάνεις πολλαπλά την συγκινητική κίνηση, να σηκώνεις του μπουκαλιού στο ύψος των ματιών. Για να διαπιστώσεις- άλλο ένα άδειο.
Περάσαμε υπέροχα.


πσ: στα ισπανικά η οικοδέσποινα λέγεται anfitriona.
πσ: ο μάγειρας, ο κλέφτης, η γυναίκα του και ο εραστής της από εδώ

Sunday 26 October 2014

τα νέα σου τα πρωινά



















Ξυπνάς το πρωί με εκείνη την αβασταχτη δυσκολία του πρωινού σώματος, της μάζας του ύπνου που έχεις γίνει. Ακούς το ξυπνητήρι και κάνεις τρεις σβούρες γύρω απο τον εαυτό, αυτόν που αρχίζει να αποκτά μνήμες συνείδησης. Καθώς το μάτι συνηθίζει την εποχή του χρόνου, αποσπάς το μυαλό απο τον ύπνο με το πλάνο του πρωινού: τρέξιμο! Για μερικά λεπτά διχάζεσαι, ζυγιάζεις, παίζεις με επιχειρήματα για να καταλήξουν όλα στο δίλημμα: έξω/Ανταρκτική - μέσα/παράδεισος. Άτιμα πούπουλα που σε σκεπάζουν. Και εκείνη τη στιγμή που αποφασίζεις να αφήσεις τις χήνες να ζεσταίνουν το στρώμα, ζεις μια γλυκιά πολύ προσωπική ηδονή υπερηφάνιας. Με αυτήν την περηφάνια για κουκούλα σέρνεσαι στο μπάνιο, πλένεις τον ύπνο από τα μάτια, πίνεις ένα ποτήρι νερό στην υγειά σου -αν μη τι άλλο για τρέξιμο θα πας- και συνεχίζεις το μηχανικό τραμπάλισμα. Κοιτάς έξω-ντύνεσαι, κοιτάς έξω-ντύνεσαι, απορείς με την αποφασιστικότητά σου-ντύνεσαι. Κλειδιά, αθλητικά και έξω.  Περπατάς μισοκοιμισμένα ενώ το δέρμα σου ριγά στις νέες θερμοκρασίες. Δειλά δειλά μην ξυπνήσεις απότομα συκώτι και νεφρά, αρχίζεις να τρέχεις. Το σώμα σου θέλει τον χρόνο του. Σχεδόν σε ένα τέταρτο της πρωινής εκείνης ώρας φεύγει η σκουριά και έρχεται η πολυπόθητη ελαστικότητα. Τα πόδια σου ξανοίγουν, η καρδιά σου ανταποκρίνεται, το στήθος ξαλαφρώνει. Υπέροχος χρόνος, είσαι πια σε σταθερή κίνηση, ενώ παράλληλα σκέψεις έρχονται, κάποιες τις κρατάς, κάποιες τις διώχνεις, κάποιες τις τρέχεις. Και εκεί βρίσκεις την ομορφιά: τρέχεις τις σκέψεις σου, την εβδομάδα σου, το άγχος, τη χαρά και τις έννοιες σου, τις βάζεις στον δρόμο και τις τρέχεις. Στο ζενίθ σου ζεις μόνο την ανάσα σου, οι ενδορφίνες σού κλείνουν το μάτι: όλα καλά. Κοιτάς το ρολόι, ρίχνεις τον ρυθμό, έχει έρθει η ώρα να πάρεις τον δρόμο του γυρισμού και να ακολουθήσεις όλα τα στρέτσινγκ τιπς που σου έχει πει το ιντερνετ. Αυτό ήταν. Ανοίγεις την πόρτα και είσαι σπίτι.


πσ: το φαν φιτ κοριτσι απο εδώ