Sunday 19 June 2016

τα ουσιώδη










Κάθε φορά που πηγαίνω στην Ελλάδα αναρωτιέμαι ποιά αμαρτία βαραίνει αυτέ τις δύσμοιρες τις πόρτες ή αλλιώς ποιά μάστιγα κατατρέχει τις τουαλέτες σε εστιατόρια, μπαρ και καφέ. Το δημόσιο κατούρημα στην χώρα μας είναι ανασφαλές και αγωνιώδες. Ως γυνή δεν φτάνει η υπερπροσπάθεια που καταβάλλεις να κατουρήσεις στην ιπτάμενη στάση, πρέπει ταυτόχρονα να τεντώνες και το χέρι (σε σημείο ξεχαρβαλώματος ανάλογα το εμβαδόν) για να κρατήσεις την πόρτα κλειστή ή για να αποφύγεις το μπουκάρισμα άγνωστης (μπορεί και άγνωστου, ανάλογα την τζέντερ τοποθέτηση του χώρου).
Πουθενά αλλού δεν έχω αντικρύσει το φαινόμενο της ελληνικής πόρτας βεσε. Και όχι μόνο ότι η πόρτα εκπληρώνει το μίνιμουμ της λειτουργίας της (βλέπε διαχωριστικό χώρου), μπροστά στα μάτια σου ξετυλίγεται η κατασκευαστικη ιστορία των κλειδαριών που πέρασαν από αυτή- σύρτης, σιδεράκι που μπαίνει σε τρυπούλα, ξανά σύρτης λίγο πιο ψηλά, διχαλάκι πιο αριστερά, χαρτί τουαλέτας στην κλειδαρότρυπα, βιδούλες που προεξέχουν, μπετούγια που κρέμεται, μέχρι την αναπόφευκτη παραίτηση: η πόρτα ΔΕΝ κλειδώνει.
Είναι τελικά θέμα τεχνολογίας, οικονομίας ή κουλτούρας; Είναι οι δικοί μας σύρτες χειρότεροι από τους ξένους, επενδύει ο εκάστοτε γαστρονόμος τα ελάχιστα στο κόνσεπτ πόρτα-που-κλειδώνει (αφού βεβαίως έχει ξοδέψει μια περιουσία στον γρανιτένιο νιπτήρα και  τον εβένινο κάδο) ή είναι ο τρόπος που οι ελληνίδες ανοιγοκλείνουν τις πόρτες; Δεν βρίσκω απάντηση στα ερωτήματα και κάθε φορά που βγαίνω στην αθήνα βασανίζομαι αναπολώντας την αν μη τι άλλο πνευματικά ηρεμία με την οποία μπορώ να κατουρήσω αλλού (ας είναι και με σιχτίρια που δεν πηγαίνω γυμναστήριο να σφίξουν οι γλουτοί).


πσ: η μεταφορά των ρολών από τον Sakir Gökcebag

Thursday 19 May 2016

αδιάκοπα














Πήγα στο θέατρο. Και είδα ένα έργο που το λένε Αλεπού. Είδα έναν μονόλογο που όλο με ρώταγε αν είμαι η αλεπού ή είμαι το θύμα. Η Αλεπού είναι για αυτούς τους τριαντάρηδες που δεν κάνουν τη ζωή προάστιο, σπίτι, οικογένεια, αυτοκίνητο, αλλά ζουν την ηδονιστική εκδοχή, δουλεύουν, ψάχνουν καλά πάρτι, θέλουν να πηδήξουν, να ταξιδέψουν, να βγουν στα πάρκα. Και θαρρώ πώς αν μια λέξη χαρακτηρίζει εμάς, την γενιά των 80ς είναι η ευχαρίστηση, the pleasure.
Γεννηθήκαμε ξέγνοιαστα, γιατί άλλοι απάλλαξαν τους ώμους μας από τις έννοιες κι εμείς αλαφρύναμε σαν τα μπαλόνια. Και αποκτήσαμε χίλιες κατευθύνσεις να διαλέγουμε. Τα μυαλά μας ανάλαφρα, τα σώματά μας αμάθητα, περνάμε κρίσεις, μπερν άουτ, διαδοχικές τελετουργίες αυτοπραγμάτωσης και υπαρξιακά αδιέξοδα. Και ίσως το βαρόμετρο είναι ποιός νιώθει την μεγαλύτερη ευχαρίστηση από τις 365 μέρες του. Ποιά κατάφερε να συρρικνώσει τις μέρες που γυαλίζει λιγότερο; 


πσ: η ενστανέ, η αλεπού. το λινκ από εδώ