Sunday 14 November 2010

ρή(γ)ματα και ανα(σ)τολές



Ξέφρενα μύρισε το πρωινό
και όταν σηκωθήκαμε στρώσαμε κόκκινα χαλιά
μα πως συνέβει και με τρεις κουβέντες
φύσηξε αέρας δυνατός-
γλίστρησε η αγάπη και έφυγε!

Θαυμαστικό ή τρείς τελείες. Προτίμησα το θαυμαστικό, όχι για να εκφράσω τη χαρά. Κάθε άλλο. Η έκπληξη είναι το θαυμαστικό. Η άρση της ανίας, της καθιερωμένης ροής των γεγονότων. Όταν μια φιλία μαραίνεται είναι φρόνιμο να την κοιτάξεις (για τελευταία;) φορά στα μάτια. Γυρνώντας πριν σπίτι είδα κάπου γραμμένη μια φράση του Cezanne:
'Πρέπει να βιάζεται κανείς, όταν θέλει να δει κάτι. Τα πάντα εξαφανίζονται.'

Η ροή, η ζωή και ο χρόνος. Πάντα ξέρεις όταν κάτι πεθαίνει, το δύσκολο είναι να το παραδεχτείς. Κάνεις υπομονή, προσπαθείς, πολύ ή λίγο, μα έρχεται η στιγμή που λες δυνατά, δεν πάει άλλο, δεν έχω άλλη δύναμη να συντηρήσω αυτό που με δυσκολία πια στέκεται όρθιο. Σήμερα τελείωσα μια φιλία. Οι κακές στιγμές πάντα υπερτερούσαν σε αριθμό από τις καλές, αυτές οι καλές όμως είχαν τόση ένταση και ποιότητα που οι κακές εξαφανίζονταν μπροστά τους. Και για αυτές πολεμούσα και προσπαθούσα να ξεχνάω, να σβήνω και να ξαναγράφω. Κάποια στιγμή όμως έγινε τρέλλα αυτό. Πόσο να κάνεις υπομονή, πόσο να προσπαθείς να κάνεις τον άλλο να σε καταλάβει, να μπεις στη θέση του, να τον καταλάβεις και να βρεις μια λύση, να βρείς το κουράγιο για την αισιοδοξία; Να βάζεις κάτω επιχειρήματα, να δικηγορείς για το δίκιο σου; Έφτασε λοιπόν εκείνη η στιγμή που ψύχραιμα είπα, δεν μας κάνουμε πια καλό. Και έτσι σήμερα από τη μια έχω δίπλα μου την ανακούφιση, από την άλλη τη θλίψη. Και μ'αυτές τις δυό κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή και γράφω, ακούγοντας κάτι τέτοιους ήχους, αφήνοντας τον χρόνο να κυλάει, να υπονοεί την ύπαρξη του.